- ραψωδία
- Αρχικά η λέξη σήμαινε μέρος ή απόσπασμα ενός επικού ποιήματος, που έψελναν ή αφηγούνταν στην αρχαία Ελλάδα οι ραψωδοί.
Όταν ο όρος ρ. εισήχθη στη νεότερη μουσική, στις αρχές του 19ου αι., με την κίνηση του ρομαντισμού, υποδήλωνε μια σύνθεση, πολύ συχνά οργανική και γενικά ελεύθερη από τυπικά και προκαθορισμένα σχήματα, η οποία αναφέρεται στην ανάπτυξη θεμάτων, που συνήθως αντλούνται από την κληρονομιά της εθνικής και λαϊκής μουσικής. Στον εκφραστικό αυτό χώρο ανήκουν οι Ουγγρικές ραψωδίες του Λιστ για πιάνο και η Γαλάζια Ραψωδία του Γκέρσουιν για πιάνο και ορχήστρα. Γνωστές είναι επίσης συνθέσεις που ανήκουν στο είδος της ρ., μεταξύ των οποίων: οι δύο Ραψωδίες (αρ. 1 και αρ. 2) έργο 79 για πιάνο και η Ραψωδία για κοντράλτο, αντρική χορωδία και ορχήστρα, έργο 53 (πάνω σε κείμενο του Γκέτε) του Μπραμς· η Ισπανική ραψωδία για ορχήστρα, του Ραβέλ· το Σέλομο, εβραϊκή ρ. για βιολοντσέλο και ορχήστρα, του Μπλοχ.
* * *η / ῥαψῳδία, ΝΜΑ [ῥαψῳδός]τμήμα επικού ποιήματος που έχει ενότητα και, κυρίως, καθένα από τα 24 βιβλία στα οποία έχουν χωριστεί τα έπη τού Ομήρου (α. «βαβαῑ, Ὅμηρε, οἷά σοι τῶν ῥαψωδιῶν τὰ κεφάλαια χαμαὶ ἔρριπται ἄγνωστα καὶ ἄμορφα», Λουκ.β. «ῥαψῳδίασύνταξις ἤ συρραφὴ λόγων ἤ μέρος ποιήματος», Ησύχ.γ. «ῥαψῳδία ἐστὶ μέρος ποιήματος ἐμπεριειληφός τινα ὑπόθεσιν», Ανέκδοτα Βεκκήρου)νεοελλ.μουσ. σχετικά σύντομη διηγηματική μουσική σύνθεση, ελεύθερης μορφής, με επικό, εθνικό ή ηρωικό περιεχόμενο («ουγγρικές ραψωδίες τού Λιστ»)αρχ.1. απαγγελία επικού ποιήματος («ἆθλα... ἡμῑν oἱ πατέρες ἔθεσαν ῥαψῳδίας», Πλάτ.)2. επική ποιητική σύνθεση («τὸν μὲν τινα ἐπιδεικνύναι, καθάπερ Ὅμηρος, ῥαψῳδίαν, ἄλλον δὲ κιθαρῳδίαν», Πλάτ.)3. σχοινοτενής αφήγηση, φλυαρία.
Dictionary of Greek. 2013.